ΜΕΓΑΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ (306-337): Το θαῦμα τῆς Ἱστορίας

[Σύζυγοι-τεκνα α. Μινερβίνα β. Φαύστα, κόρη τοῦ αὐτοκράτορα Μαξιμιανοῦ, πέντε παιδιά, [σύν Κρίσπος ἀπό Μινερβίνα].

Ἐκρωμαϊσμένος Ἰλλυριός , γεννήθηκε στή Νίς τῆς σημερινῆς Σερβίας . Πατέρας του ὁ Κωνστάντιος Χλωρός (ἀπό τό χλωμό πρόσωπό του). Μητέρα του ἡ ἑλληνίδα Ἑλένη, κόρη πανδοχέα ἀπό τό Δρέπανο (Ἑλενόπολη) τῆς ἑλληνικῆς Νικομήδειας τῆς Βιθυνίας, τῆς Μικρᾶς Ἀσίας, Ὑπῆρξε ὄντως μέγας αὐτοκράτωρ, προικισμένος πολιτικός, ἡγέτης προορατικός, σωστός ἐκτιμητής τῶν καταστάσεων, ζύγιζε τά πράγματα καί ἐλάμβάνε τίς σωστές ἀποφάσεις. Ἀνοίγει μιά ἐποχή καί χαράσσει τό ὄνομά του στήν παγκόσμια ἱστορία. Εἶχε μιά ἀπόλυτα ἐπιτυχημένη βασιλεία.

Ἄνθρωπος μέ πάθος καί τόλμη, μεγαλοπρεπής, σπάταλος, ὑπερβολικά γενναιόδωρος, πνευματώδης μεταρρυθμιστής, μεγαλεπίβουλος, ἄνθρωπος συναισθηματικός, καί στίς σχέσεις του μέ ὅλους ἰδιαίτερα μετριοπαθής, παιδικά ἀθῶος.

Βαθύς ἀνθρωπισμός χαρακτηρίζει τά νομοθετικά καί κοινωνικά του ἔργα. Ἔλαβε μέτρα ὑπέρ τῶν φυλακισμένων, κατήργησε τή θανατική ποινή καί πολλά ἄλλα πού

ἐλάφρυναν τή ζωή τῶν κατωτέρων τάξεων. Πρέπει ὅμως νά ποῦμε πώς ὁ τελικός χειρισμός τοῦ Ἀρειανικοῦ προβλήματος ὑπῆρξε ἀδέξιος καί βλαπτικός.

Ἡ χριστιανική ὅμως Ἐκκλησία ἐξαχθεῖσα ἀπό τό ἔρεβος καί τό σκοτάδι τῆς παρανομίας καί ἀναχθεῖσα σέ περιοπή σχεδόν ἐπικρατούσης Θρησκείας δέν ἦτο δυνατόν νά μή τόν τιμήσει καί μάλιστα μέ τόν τίτλο τοῦ Ἰσαποστόλου.

Ὑπῆρξε ὄντως μέγας αὐτοκράτωρ, προικισμένος πολιτικός, ἡγέτης προορατικός, σωστός ἐκτιμητής τῶν καταστάσεων, ζύγιζε τά πράγματα καί ἐλάμβάνε τίς σωστές ἀποφάσεις. Ἀνοίγει μιά ἐποχή καί χαράσσει τό ὄνομά του στήν παγκόσμια ἱστορία. Εἶχε μιά ἀπόλυτα ἐπιτυχημένη βασιλεία.

Ἄνθρωπος μέ πάθος καί τόλμη, μεγαλοπρεπής, σπάταλος, ὑπερβολικά γενναιόδωρος, πνευματώδης μεταρρυθμιστής, μεγαλεπίβουλος, ἄνθρωπος συναισθηματικός, καί στίς σχέσεις του μέ ὅλους ἰδιαίτερα μετριοπαθής, παιδικά ἀθῶος.

Βαθύς ἀνθρωπισμός χαρακτηρίζει τά νομοθετικά καί κοινωνικά του ἔργα.

Ἔλαβε μέτρα ὑπέρ τῶν φυλακισμένων, κατήργησε τή θανατική ποινή καί πολλά ἄλλα πού ἐλάφρυναν τή ζωή τῶν κατωτέρων τάξεων. Πρέπει ὅμως νά ποῦμε πώς ὁ τελικός χειρισμός τοῦ Ἀρειανικοῦ προβλήματος ὑπῆρξε ἀδέξιος καί βλαπτικός. Ἡ χριστιανική ὅμως Ἐκκλησία ἐξαχθεῖσα ἀπό τό ἔρεβος καί τό σκοτάδι τῆς παρανομίας καί ἀναχθεῖσα σέ περιοπή σχεδόν ἐπικρατούσης Θρησκείας δέν ἦτο δυνατόν νά μή τόν τιμήσει καί μάλιστα μέ τόν τίτλο τοῦ Ἰσαποστόλου. (21 Μαΐου ἡ μνήμη του, μαζί μέ τή μητέρα του Ἑλένη).29 Καί τοῦτο: ἡ σύγχρονη ἱστορικο-αγιολογική ἔρευνα

δικαιώνει τόν τίτλο τοῦ Ἰσαποστόλου πού τοῦ ἔδωσε ἡ ἐκκλησιαστική παράδοση. Νεώτεροι ἱστορικοί ξεκινώντας ἀπό ὀρθολογιστικές καί θετικιστικές ἀφετηρίες ἦταν φυσικό νά ἀμφισβητήσουν τήν ἁγιότητά του˙ πρόκειται, ἰσχυρίστηκαν, περί πολιτικῆς σκοπιμότητος. Στήν Ὀρθόδοξη ὅμως Ἐκκλησία δέν ὑπάρχει οὔτε μία περίπτωση σκόπιμης καί «χαριστικῆς» ἀνακήρυξης ἁγίου.

Ἄν συνέβαινε τοῦτο, θά ἦταν πλῆρες τό ἁγιολόγιό της ἀπό εὐλαβέστατους αὐτοκράτορες πού ὄντως καί μέ κάθε μέσον ὑποστήριξαν τήν Ἐκκλησία.

Ἀντίθετα ἡ Ἐκκλησία στό θέμα αὐτό δέν προηγεῖται μά ἀκολουθεῖ τήν γενική ἀποδοχή-αἴσθηση-συνείδηση τοῦ πληρώματος τῆς Ἐκκλησίας καί υἱοθετεῖ ἐκ τῶν ὑστέρων τό γεγονός τῆς ἁγιότητας ἑνός προσώπου, ἁγιότητας πού ἀποδεικνύεται διά πολλῶν τεκμηρίων, ὅπως ἡ πλήρης συντήρηση καί εὐωδία τῶν λειψάνων, καί ἰδίως ἡ ροή παντοδαπῶν ἰαματικῶν καί θαυματουργῶν μύρων καί ἰαματικῶν χαρίτων.

Κι ἐδῶ, ὅσο μεγάλος κι ἄν ἦταν ὁ Κωνσταντῖνος κι ὅσο εὐεργέτης ἀνεπανάληπτος, ἡ Ἐκκλησία χωρίς τίς ἁπτές καί ἀπό ὅλους ἀποδεκτές ἀποδείξεις -τήν κοινή συνείδηση καί συναίνεση- δέν θά τολμοῦσε νά τοῦ ἀναγνωρίσει μή ὑπάρχουσα ἁγιότητα. Νά ξεχωρίζουμε τά πράγματα: ἄλλο τιμή καί ἄλλο ἀποδοχή ἁγιότητας.

Ἡ ἐπίκληση ἀπό ὁρισμένους τῶν γνωστῶν ἐγκλημάτων, δέν εἶναι λόγος ἱκανός καί ἐπαρκής νά ἀποτρέψει τή θεϊκή ἀγάπη καί συγχώρηση, πού πλημμυρίζει ὅλους, καί κυρίως τούς ἁμαρτωλούς ἐκείνους, πού ὄντως μετανοοῦν καί ἀλλάζουν ζωή.

Μήπως ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ θά ἦταν ἀνενεργός σέ ἕναν εἰλικρινῶς;. Ἀντίθετα ἡ Δυτική Ἐκκλησία δέχτηκε τήν ἁγιότητα μόνο τῆς μητέρας του Ἑλένης.

«Μή γάρ εἶναι ἁμαρτίαν νικῶσαν τήν φιλανθρωπίαν τοῦ Θεοῦ;» Ἡ περίοδος τῆς βασιλείας του ἦτο ἐποχή εἰρήνης καί ἀσφάλειας, ἰδιαίτερα γιά τούς χριστιανούς. Νά πῶς τήν περιγράφει ὁ ἱστορικός Εὐσέβιος: «Ἄλεκτος παρῆν εὐφροσύνη καί τις ἔνθεος ἅπασιν ἐπήνθει χαρά, πάντα τόπον τόν πρό μικροῦ ταῖς τῶν τυράννων δυσεβίαις ἠρειπωμένον, ὥσπερ ἐκ μακρᾶς καί θανατηφόρου λύμης ἀναβιώσκοντα θεωμένοις, νεώς τε αὖθις ἐκ βάθρων εἰς ὗψος ἄπειρον ἐγειρομένους, καί πολύ κρείττονα τήν ἀγλαΐαν τῶν πάλαι πεπολιορκημένων ἀπολαμβάνοντας. Ἐπί δέ τούτοις, τό πᾶσιν εὐκταῖον ἡμῖν καί ποθούμενον, συνεκροτεῖτο θέαμα, ἐγκαινίων ἑορταί κατά πόλεις καί τῶν ἄρτι νεοπαγῶν προσευκτηρίων ἀφιερώσεις, ἐπισκόπων τε ἐπί ταυτό συνελεύσεις, τῶν πόρρωθεν ἐξ ἀλλοδαπῆς συνδρομαί, λαῶν εἰς λαούς φιλοφρονήσεις, τῶν Χριστοῦ σώματος μελῶν, εἰς μίαν συνιόντων ἁρμονίαν ἕνωσις», δηλ. ἀνείπωτη εὐφροσύνη καί χαρά ἀνθοῦσαν παντοῦ. Οἱ τόποι ἄλλαξαν τελείως, κτίρια καί ναοί ἀνεγείρονταν, ἐγκαίνια νέων ναῶν, γιορτές, ταξίδια ἀσφαλῆ ἐπισκόπων, ἀδελφοσύνη τῶν χριστιανικῶν λαῶν. Ὅπως «ἀπεδείχθη», ἡ δολοφονία τοῦ Κρίσπου ἦταν ἀποτέλεσμα βρόμικης ἀνακτορικῆς συνωμοσίας ἀπό μέρους τῆς Φαύστας «Καταχθόνιόν τι φθόνου αἴσθημα διά τήν κοινήν εὔνοιαν, ἧς ἀπελάμβανεν ὁ Κρίσπος», ἰδιαίτερη συμπάθεια ἀπό τόν Κωνσταντῖνο καί τή γιαγιά του Ἑλένη. Ὅταν ἐπείσθη γιά τή συνωμοσία, διέταξε τό θάνατό της. Κατ’ ἄλλην ἐκδοχή, ἡ δολοφονία ἔγινε, διότι

ὁ Κρῖσπος ἀπερίσκεπτα συμφώνησε μέ τούς συγκλητικούς τῆς Ρώμης ν’ ἀνατρέψει τόν πατέρα του. Κατά τή γνώμη τοῦ συγγραφέα ἡ δολοφονία ἦταν τό ἀποτέλεσμα τῆς ραδιουργίας τῆς Φαύστας, πού μέ τή συμβασιλεία τοῦ νεαροῦ καί ἱκανώτατου Κρίσπου ἔβλεπε βέβαιο τόν παραμερισμό τῶν δικῶν της παιδιῶν. Ἀλλά κι ἐδῶ ὑπάρχει ἀντίλογος, ἄν εἶναι ἀλήθεια ὅτι ὁ θάνατος τῆς Φαύστας ἔγινε μετά 3-4 χρόνια ἀπό τόν τοῦ Κρίσπου.

Πράγματι ἡ ἱστορία ἐδῶ ἰδιαίτερα εἶναι ἀνάμεικτη μέ θρύλους. Ἡ ἰδιαίτερα ἀρνητική κριτική δυτικῶν ἱστορικῶν -μέ κραυγαλέες σκοπιμότητες μείωσης τῆς ἀνατολικῆς αὐτοκρατορίας (Γίββων κ.λπ.)- ἀμαύρωσε τό πρόσωπό του ἀκόμη και σέ συνειδήσεις πολλῶν, κατά τά ἄλλα, ὀρθόδοξων καί μάλιστα βυζαντινολόγων καί «μαχητῶν» πολιτειολόγων… Στή Δύση, βέβαια, οὔτε ν’ ἀκούσουν ἤθελαν τό ὄνομα Κωνσταντῖνος.

Εἶναι σημαδιακό πώς σπανίως πάπας ἤ βασιλιάς καί ἡγεμόνας Εὐρωπαῖος φέρει τό ὄνομα Κωνσταντῖνος˙ ἐδῶ χρειάζονται πάμπολλα θαυμαστικά, μᾶλλον σχετλιαστικά. Ὑπάρχουν ὅμως ἱστορικοί καί πραγματικοί ἐπιστήμονες πού ξεπερνοῦν τά δυτικά στερεότυπα καί ἐκφράζονται ἔτσι: «Ἡ φυσιογνωμία τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου εἶναι τόσο μεγάλη, ὅσο τουλάχιστον τοῦ μεγάλου Ἀλεξάνδρου καί Αὐγούστου Καίσαρος» (H. Wells). Γι’ αὐτό καί τό ὄνομά του δίδεται σέ πλειάδα Ἑλλήνων αὐτοκρατόρων.

Συνοπτικά θά κάναμε τίς ἑξῆς διαπιστώσεις: 1. Ἵδρυσε μιά νέα αὐτοκρατορία, κατά βάση ἑλληνική, πού διήρκεσε πάνω ἀπό 1000 χρόνια. 2. Ἀνέστρεψε τήν πορεία τῆς Ἱστορίας. 3. Υἱοθέτησε καί ὑποστήριξε τό Χριστιανισμό. 4. Ἐκσυγχρόνισε καί βελτίωσε

μεταρρυθμιστικά τό κράτος. 5. Ἀναδιοργάνωσε τό στρατό κάνοντάς τον λιγώτερο, περισσότερο εὐέλικτο καί πιό ἀποτελεσματικό. Εἰδικώτερα: α. Ἀφαίρεσε τίς στρατιωτικές ἁρμοδιότητες ἀπό τούς Ἐπάρχους. β. Καθιέρωσε τό ἀξίωμα τοῦ «κοιαίστωρος», Ὑπουργοῦ τρόπον τινα Δικαιοσύνης. γ. Σταθεροποίησε τήν οἰκονομία καί κυρίως τό περίφημο νόμισμα (Solidus).

Τελικα ἔχει δἰκαιο ο Ελλην καθηγητης του Παν. Αθηνών π. Γεώργιος Μεταλληνός χαρακτηρίζοντας τόν Μ. Κωνσταντῖνο ὡς «τό θαῦμα τῆς ἱστορίας»

Εἶναι φυσικό νά μνημονεύσουμε τή μητέρα του Ἑλένη. Ἦταν γυναίκα ἁπλῆ καί ἔντονα πιστή. Δέν ἀναμίχθηκε ποτέ στά πολιτικά. Τό 326, 72 ἐτῶν, ἐπισκέφθηκε προσκυνηματικά τούς Ἁγίους τόπους, τούς ὁποίους καί εὐεργέτησε κατά τήν ἐκεῖ παραμονή της.

Ἡ ἱστορία τῆς ἐπίσκεψής της αὐτῆς ἀναμίχθηκε μέ θρύλους καί θαύματα γύρω ἀπό τήν εὕρεση τοῦ Τιμίου Σταυροῦ˙ τήν θέλουν νά ἀνακαλύπτει στό Γολγοθᾶ τόν Τίμιο Σταυρό, ὅπου καί ἔκτισε τό ναό τῆς Ἀναστάσεως, στόν ὁποῖο καί τόν ὕψωσε (Γιορτή τῆς Ὑψώσεως τοῦ Τιμίου Σταυροῦ ἔκτοτε, 14 Σεπτεμβρίου), στή Βηθλεέμ ἔκτισε τό ναό τῆς Γεννήσεως˙ εἶναι ἡ παλαιότερη χριστιανική Βασιλική. Ἀπό τήν Ἑλένη ξεκίνησε ἡ συνήθεια τῶν βασιλισσῶν τῆς Ρωμανίας νά ἐπισκέπτονται τούς Ἁγίους Τόπους. Ὁ εὐσεβής ἁγιογράφος ἔκτοτε συνενώνει σέ μία παράσταση τόν Μ.

Ὁ Μ. Κωνσταντῖνος πέθανε ἡμέρα Κυριακή (Πεντηκοστῆς), 22 Μαΐου τοῦ 337 κοντά στήν Νικομήδεια καί τάφηκε στήν Κωνσταντινούπολη, στό ναό τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων, πού ἀπό τότε ἔγινε αὐτοκρατορικό νεκροταφεῖο.

Του Γιώργου Κυρμελή